Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΜΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ
Η ζωή και η υγεία του ανθρώπου, είναι δύο από τα θεμελιώδη αγαθά, τα οποία προστατεύονται από το Σύνταγμα, το ποινικό δίκαιο και σωρεία διατάξεων σε ειδικούς ποινικούς νόμους. Συνεπεία των ανωτέρω, καθίσταται αυτονόητη η σπουδαιότητα και η σημαντικότητα της σχέσης μεταξύ ιατρού και ασθενούς, καθώς ο ιατρός είναι ο κατεξοχήν προστάτης των ανωτέρω αγαθών του ανθρώπου, και προς διασφάλιση της ορθής λειτουργίας αυτής, έχουν θεσπιστεί κανόνες που την ρυθμίζουν.
Ως γενικός κανόνας, μία ιατρική επέμβαση που διενεργείται χωρίς την συναίνεση του ασθενούς είναι παράνομη πράξη.
Σύμφωνα δε, με την απολύτως κρατούσα διεθνώς άποψη, η συναίνεση του ασθενούς, προκειμένου να είναι έγκυρη, προϋποθέτει ότι προηγουμένως ο ασθενής έχει ενημερωθεί πλήρως και εμπεριστατωμένως από τον ιατρό του για την συγκεκριμένη πράξη.
Ο ασθενής προκειμένου να δώσει την συναίνεση του για την διενέργεια μίας ιατρικής πράξης θα πρέπει να έχει όλες τις πληροφορίες για να αποφασίσει ελεύθερα, αν θα προβεί ή όχι στην ιατρική πράξη.
Στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την βιοϊατρική (Σύμβαση Οβιέδο του 1997) και στα άρθρα 5 – 10 αυτής, αποτυπώνεται η υποχρέωση του ιατρού τόσο για την ενημέρωση του ασθενούς (παροχή πληροφοριών για την κατάσταση της υγείας του, την φύση, τον σκοπό και τους κινδύνους μίας ιατρικής πράξης), όσο και την υποχρέωσή του να μην διενεργεί ιατρική πράξη χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενούς, η οποία υπερισχύει του Ν 2619/1998. Παρόμοιες αναφορές υπάρχουν στο άρθρο 47 του Ν 2071/1992 για τους νοσοκομειακούς ασθενείς και στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας που επανέλαβε τις διατάξεις της ανωτέρω σύμβασης και ρύθμισε λεπτομερέστερα τα θέματα της ενημέρωσης και της συναίνεσης.
Ο ασθενής δύναται να παραιτηθεί του δικαιώματός του ενημέρωσης (άρθρο 10 παρ. 2 εδ. β Ν 2619/1998 και άρθρο 11 παρ 2 Ν 3418/2005) για διάφορους λόγους πχ ψυχολογικούς και μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή.
Η παραβίαση των ανωτέρω υποχρεώσεων μπορεί να θεμελιώσει αστική ευθύνη του ιατρού προς αποζημίωση του ασθενούς, καθώς και ποινική ευθύνη, καθώς παραβιάζονται οι κανόνες του ποινικού δικαίου που απαγορεύουν την προσβολή της σωματικής ακεραιότητας, υγείας και ζωής του προσώπου ή δύναται να θεμελιώσει ποινική ευθύνη λόγω άσκησης παράνομης βίας.
Με την συναίνεση του ασθενούς αίρεται το καταρχήν άδικο της πράξης, εφόσον βέβαια η συναίνεση είναι έγκυρη, δηλαδή ο ασθενής έχει προηγουμένως ενημερωθεί πλήρως. Αν η ενημέρωση ήταν ανύπαρκτη ή πλημμελής, τότε ο ιατρός υπέχει ποινική ευθύνη.
Περαιτέρω στο άρθρο 36 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας προβλέπεται η πειθαρχική τιμωρία του ιατρού, ενώ παράλληλα, ο ιατρός μπορεί να τιμωρηθεί με προσωρινή ανάκληση της άδειάς του ασκήσεως επαγγέλματος, με προσωρινή παύση από θέση που τυχόν κατέχει στο Δημόσιο για τουλάχιστον δύο (2) χρόνια και πρόστιμο από πενήντα χιλιάδες (50.000,00) ευρώ έως διακόσιες χιλιάδες (200.000,00) ευρώ, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Υγείας.
Από την ανωτέρω υποχρέωση ενημέρωσης του ασθενούς, υφίσταται εξαίρεση στις εξής περιπτώσεις:
Α) Σε περίπτωση άμεσης, απόλυτης και κατεπείγουσας ανάγκης παροχής ιατρικής φροντίδας (άρθρο 8 Ν 2619/1998 και 12 παρ 3α Ν 3418/2005).
Β) Σε περίπτωση απόπειρας αυτοκτονίας (άρθρο 12 παρ. 3β Ν 3418/2005, άρθρο 7 Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την βιοϊατρική [Ν 2619/1998)].
Γ) Σε περιπτώσεις όπου υπό προϋποθέσεις, δύναται πρόσωπο το οποίο πάσχει από διανοητική διαταραχή σοβαρής μορφής να υποβληθεί χωρίς την συναίνεσή του σε ιατρική πράξη, αν χωρίς αυτήν πιθανολογείται ότι θα προκύψει σοβαρή βλάβη στην υγεία του.
Δ) Σε περιπτώσεις όπου γονείς ανηλίκου ή συγγενείς ασθενούς που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να δώσει την συναίνεσή του ή τρίτος που έχει το συγκεκριμένο δικαίωμα, αρνούνται για οποιονδήποτε λόγο να δώσουν την συναίνεσή τους και υπάρχει ανάγκη άμεσης επέμβασης για να αποτραπεί κίνδυνος για την ζωή και την υγεία του ασθενούς ( άρθρο 12 παρ 3γ Ν 3418/2005 και άρθρο 1534 ΑΚ αποκλειστικά για ανηλίκους).
Ε) Σε περιπτώσεις ακούσιας νοσηλείας λόγω ψυχικής διαταραχής, η οποία ρυθμίζεται ειδικά από τον Ν. 2071/1992 (άρθρο 95 επ.) και το άρθρο 16 Ν. 2716/1999, καθώς και την γενική διάταξη του άρθρου 1687 ΑΚ.
Πέραν των ανωτέρω υφίστανται και περιπτώσεις όπου η ενημέρωση του ασθενούς είναι δυσχερής για τον ιατρό, όπως:
Α) Στην περίπτωση όπου ο ιατρός κρίνει ότι η ενημέρωση του ασθενούς θα έχει για τον τελευταίο ψυχοσωματικές επιπτώσεις. Σ αυτήν την περίπτωση επέρχεται μία σύγκρουση νομικών καθηκόντων, αφού ο ιατρός έχει καθήκον να σώσει την ζωή του ασθενούς, όπως ο ίδιος ο ασθενής του ζήτησε, αλλά έχει και καθήκον να τον ενημερώσει για να δώσει στην συνέχεια ο ασθενής την συναίνεσή του, δηλαδή αποκαλύπτοντας την αλήθεια εκπληρώνει το καθήκον ενημέρωσης του ασθενούς, αλλά προσβάλλει το καθήκον διαφύλαξης της υγείας του ασθενούς και το αντίθετο. Την σύγκρουση αυτή θα την επιλύσει ο ίδιος ο ιατρός με βάση την συνείδησή του και την αξία των πληττόμενων αγαθών καταφεύγοντας στο άρθρο 15 Ν. 3418/2005.
Β) Στην περίπτωση διαφορετικής ενημέρωσης του ασθενούς από τα μέλη της ίδιας ιατρικής ομάδας, πχ για την φύση της ασθένειας, την θεραπεία που θα ακολουθηθεί κτλ, με αποτέλεσμα να δημιουργείται σύγχυση, ανησυχία και αμφιβολία στον ασθενή και τους οικείους του. Και στην περίπτωση αυτή, το πρόβλημα θα επιλυθεί από τον ίδιο τον ιατρό ο οποίος θα καθορίσει τους κοινούς τρόπους ενημέρωσης και διάγνωσης όλης της ομάδας.
Γ) Στην περίπτωση ενημέρωσης ανθρώπου που πάσχει από ψυχική διαταραχή. Λόγω του κενού της Δεοντολογίας στην Ψυχιατρική, ο νέος Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας καλύπτει αυτό το κενό, δίνοντας έμφαση στα δικαιώματα των ψυχιατρικών ασθενών (άρθρο 28 Ν. 3418/2005). Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ο ψυχίατρος οφείλει να ενημερώσει τον ασθενή για την νόσο του, την πορεία της, τον τρόπο αντιμετώπισής της και την θεραπευτική αγωγή που θα πρέπει να ακολουθηθεί, έτσι ώστε ο ασθενής που είναι σε θέση, να μπορεί να εκφράσει ελεύθερα την βούλησή του, Αν όμως ο ασθενής δεν βρίσκεται σε θέση να λάβει αποφάσεις για τον εαυτό του, τότε ο ψυχίατρος θα πρέπει να συνεννοείται με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 Ν. 3418/2005 (άρθρο 28 παρ. 7 Ν. 3418/2005)., ενώ υπό αυστηρές προϋποθέσεις είναι δυνατή ακόμα και η ακούσια νοσηλεία του ασθενούς, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Ν. 2071/1992 (άρθρο 95 επ.), στο άρθρο 16 Ν. 2716/1999 καθώς και στην γενική διάταξη του άρθρου 1687 ΑΚ.
Για τις περιπτώσεις ιατρικών πράξεων που είναι τρέχουσες και ακίνδυνες πχ απλή εξέταση από ιατρό στο ιατρείο του, η συναίνεση του ασθενούς τεκμαίρεται.
Επίσης, υπάρχουν ιατρικές πράξεις που δεν είναι επιτρεπτές, ακόμα και αν υπάρχει συναίνεση του ασθενούς. Πρόκειται για τις ιατρικές πράξεις που δεν έχουν θεραπευτικό σκοπό πχ η ευθανασία.
Τέλος, υπάρχουν ιατρικές πράξεις που είναι υπό όρους νόμιμες, ακόμα και όταν υπάρχει συναίνεση του ασθενούς, όπως πχ η τεχνική διακοπή της εγκυμοσύνης (άρθρο 304 παρ 4 εδ α και δ ΠΚ), η μεταμόσχευση ιστών ή οργάνων (άρθρο 10 Ν 2737/1999, άρθρα 19 – 20 Σύμβασης Οβιέδο), η συμμετοχή προσώπου σε ιατρική έρευνα ή πείραμα (άρθρα 16 – 17 Σύμβασης Οβιέδο, άρθρο 5 παρ 4 Ν 2345/1995, Οδηγία 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 4/4/2001).
Εκ των ανωτέρω, αναδεικνύεται η σπουδαιότητα της πλήρους ενημέρωσης του ασθενούς από τον ιατρό του πριν την διενέργεια μίας ιατρικής πράξης, τόσο για την νομική προστασία του ιατρού, όσο και για την προστασία της ζωής, της υγείας και της εν γένει προσωπικότητας του ασθενούς, ο οποίος έχει δικαίωμα να γνωρίζει όλες τις λεπτομέρειες της ιατρικής πράξεις, τα υπέρ και τα κατά, το πιθανό ρίσκο κτλ της ιατρικής πράξης, πριν δώσει την συναίνεσή του για την διενέργεια αυτής και προκειμένου η διενέργεια της ιατρικής πράξης να είναι νόμιμη.
ΠΗΓΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Αθερινού Ε., 2005, Προπτυχιακή Εργασία: Ιατρικό Απόρρητο, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τομέας Δημοσίου Δικαίου, Μάθημα: Συνταγματικά Δικαιώματα, Επιβλέπων: Δημητρόπουλος Α.Γ., (Αθήνα)
- Αναπλιώτου – Βαζαίου Ειρ., 1993, Γενικές Αρχές Ιατρικού Δικαίου, Αφοί Π. Σάκκουλα, (Αθήνα)
- Ανδρουλιδάκη – Δημητριάδη Ι., 1993, Η υποχρέωση ενημέρωσης του ασθενούς, Συμβολή στην διακρίβωση της αστικής ιατρικής ευθύνης, Αντ. Ν Σάκκουλα, (Αθήνα – Κομοτηνή)
- Βλάχου Μ., 2014, Διπλωματική Εργασία: Η Ποινική εκτίμηση των ιατροχειρουργικών επεμβάσεων και η σημασία της ενημερωμένης συναίνεσης του ασθενούς σε αυτές, Τομέας Ποινικών και Εγκληματολογικών Επιστημών, Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο, Επιβλέπων: Συμεωνίδου – Καστανίδου Ε., (Θεσσαλονίκη)
- Καϊάφα – Γκμπάντι Μ., Παπαγεωργίου Δ., Συμεωνίδου – Καστανίδου Ε., Ταρλατζής Β., Τάσκος Ν., Φουντεδάκη Κ., 2013, Ιατρική Ευθύνη από Αμέλεια (Αστική – Ποινική) Ειδικά Θέματα Ιατρικού Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη, (Αθήνα)
- Κανελλοπούλου – Μπότη Μ., 1999, Ιατρική Ευθύνη για μη ενημέρωση ή πλημμελή ενημέρωση του ασθενούς κατά το ελληνικό και το αγγλοσαξωνικό δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλας, (Αθήνα – Κομοτηνή)
- Καράκωστα Ι, Η αστική ευθύνη του ιατρού στο Κοινοτικό Δίκαιο, Αρμ. 48
- Μαραγκάκη, 2011, Η σχέση της ιατρικής δεοντολογίας με το ποινικό δίκαιο, Σάκκουλας, (Αθήνα – Θεσσαλονίκη)
- Μπέκας Γ., 2002, Εγκλήματα κατά της ζωής και της υγείας, Δίκαιο & Οικονομία – Π. Ν. Σάκκουλας, (Αθήνα)
- Πέτρου Ε., Καραλή Β., Ντάνος Α., Παντελίδης Π., 2015, Το νομικό πλαίσιο της ιατρικής ευθύνης. Συγκρτική διάσταση Ελλάδας – Ελβετίας, Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 32(1). Επίσης, διαθέσιμο στο: www.parliament.gr.( Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας.)
- Πολίτης Χ., 1999, Ιατρικό Δίκαιο, Hartling, (Αθήνα)
- Σακελλαροπούλου Β., 2011, Η Ποινική Αντιμετώπιση του Ιατρικού σφάλματος και η Συναίνεση του Ασθενούς στην Ιατρική Πράξη, Σάκκουλας, (Αθήνα – Θεσσαλονίκη)
- Φουντεδάκη Κ., 2003, Αστική Ιατρική Ευθύνη, Σάκκουλας, (Αθήνα – Θεσσαλονίκη)
- Χαραλαμπάκης Α., 1993, Ιατρική ευθύνη και Δεοντολογία, (Αθήνα – Κομοτηνή)
Κατερίνα Μουρτζίνη
Δικηγόρος